Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014

Ο "ιερός ορθόδοξος" καπιταλισμός Ο "ιερός ορθόδοξος" καπιταλισμός

 




Για μια συζήτηση που είχαμε στο Egolpio τις προάλλες


ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ π. ΙΕΡΟΘΕΟΣ

Στην ανθρωπότητα σήμερα επικρατούν δύο κυρίαρχες στάσεις ζωής που μετατρέπονται σε δύο ιδεολογίες, ήτοι ο δυτικός ατομικισμός και ο ανατολικός κολεκτιβισμός. Στον δυτικό ατομικισμό, που χαρακτηρίζεται ως φιλελευθερισμός, κυριαρχεί η ελευθερία του ατόμου και ο ανταγωνισμός εις βάρος του κοινωνικού συνόλου, ενώ στον ανατολικό κολεκτιβισμό επικρατεί η κυριαρχία του κράτους, που υπονομεύει την ελευθερία του ανθρώπου. Και στις δύο περιπτώσεις καταστρατηγείται ο άνθρωπος ως πρόσωπο και η ανθρώπινη κοινωνία, ως κοινωνία προσώπων.

Τα δύο αυτά συστήματα ζωής και ιδεολογικά πρότυπα εκφράζονται στην κοινωνική πραγματικότητα. Ο φιλελευθερισμός κυριαρχεί στη Δύση και ως κέντρο έχει την Αμερική, τη «Μέκκα» της παγκοσμιοποίησης, και ο κολεκτιβισμός εκφράσθηκε στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, αλλά εν πολλοίς και σε χώρες της Απω Ανατολής.

Και στις δύο περιπτώσεις κυρίαρχη θέση κατέχει το κεφάλαιο και απλώς διαφοροποιείται στο ποιος το κατέχει και το διαχειρίζεται. Στον φιλελευθερισμό το κεφάλαιο καταλήγει στους λίγους και κινείται εν πολλοίς ανεξέλεγκτα, με την αρχή της αυτορρύθμισης της αγοράς, ενώ στον κολεκτιβισμό-κομμουνισμό το κεφάλαιο κρατικοποιείται. Και στις δύο περιπτώσεις ο απλός λαός βασανίζεται, με τη διαφορά ότι αυτό το βάσανο προέρχεται άλλοτε από την ολιγαρχία μερικών μεγιστάνων του πλούτου και άλλοτε από το αδηφάγο κράτος. Ετσι, ο καπιταλισμός-κεφαλοκρατία δείχνει παντού το σκληρό πρόσωπό του.

Εχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο καπιταλισμός είναι δημιούργημα του δυτικού ατομικισμού και κυρίως της προτεσταντικής ηθικής, όπως απέδειξε ο Max Weber, και αποβλέπει στη συσσώρευση του πλούτου από τους λίγους, ενώ ο μαρξισμός που προήλθε από τις απόψεις του Marx είναι αντίδραση στον καπιταλισμό και ενδιαφέρεται για το κοινωνικό σύνολο. Στο βάθος τους όμως και τα δύο αυτά συστήματα είναι γεννήματα της ίδιας δυτικής μεταφυσικής, αφού ο Μαρξ ήταν Γερμανοεβραίος και μεγαλωμένος στη Δύση και οι θεωρίες του γεννήθηκαν στον δυτικό «χώρο», αλλά μεταφέρθηκαν στην Ανατολή, γιατί εκεί προϋπήρχε η πρακτική του Ορθοδόξου Χριστιανισμού με τις αρχές της κοινοκτημοσύνης και της κοινοχρησίας και έτσι μπορούσαν να εφαρμοσθούν.

Στις ημέρες μας είδαμε την κατάρρευση και των δύο αυτών συστημάτων, αλλά και ιδεολογιών. Στην περίοδο 1989-1991 κατέρρευσε ο κολεκτιβισμός-κομμουνισμός
στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, όπου κυριαρχούσε η εξουσία του κράτους στην κοινωνική, οικονομική ζωή των ανθρώπων, και στις ημέρες μας ζούμε την κατάρρευση του φιλελευθερισμού με τη νοοτροπία της ελεύθερης αγοράς και της αυτορρύθμισης της αγοράς που λειτουργεί εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Βεβαίως πρέπει να σημειωθεί ότι η χρεοκοπία του κομμουνισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαίωση του καπιταλισμού, όπως και η κατάρρευση του καπιταλισμού δεν προσμετρείται στον κομμουνισμό. Είναι αποτυχία της ιδεολογίας του κεφαλαίου, που αγνοεί τη φτώχεια των ανθρώπων.

Πάντως και τα δύο αυτά συστήματα είναι αντίθετα με την ορθόδοξη διδασκαλία στην τελεία της έκφραση, αφού ούτε ο φιλελευθερισμός ούτε ο μαρξισμός, ως ιδεολογίες και κοσμοθεωρίες, μπορούν να γίνουν αποδεκτοί από την Ορθόδοξη Παράδοση, στην οποία γίνεται ευρύτατος λόγος για την αποφυγή του πάθους της φιλαργυρίας, αλλά και για τη βίωση της αγάπης προς τους αδελφούς, κυρίως σε αυτούς που υποφέρουν. Ο συνδυασμός αγάπης και ελευθερίας επιλύει το όλο πρόβλημα, αφού η ελευθερία του ατόμου-προσώπου χωρίς την αγάπη οδηγεί στον άκρατο φιλελευθερισμό και η αγάπη του συνόλου χωρίς την ελευθερία του προσώπου καταλήγει στον άκρατο κολεκτιβισμό.

Βέβαια, προλαμβάνοντας κάποια αντίρρηση θα σημειώσω ότι το κακό είναι πως η ιδεολογία του καπιταλιστικού συστήματος, με τις δύο μορφές του, του ατομικού και του κρατικού, σε μερικές περιπτώσεις επηρέασε και επηρεάζει τη ζωή μερικών ορθοδόξων κοινοτήτων. Αυτό το διακρίνουμε και σε μερικά σύγχρονα μοναστήρια, τα οποία ενώ θα έπρεπε να είναι πρότυπα κοινοβιακής ζωής και αναβίωση της πρώτης κοινότητας των Ιεροσολύμων, παρά ταύτα όμως λειτουργούν στο πρότυπο του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος και θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτό το φαινόμενο «ορθόδοξο καπιταλισμό».

Ενώ οι μοναχοί επαγγέλλονται και ζουν κατά βάση την αρετή της ακτημοσύνης και κοινοκτημοσύνης, εν τούτοις συγκεντρώνουν, καλώς ή κακώς, κτήματα και χρήματα για τα μοναστήρια και «ρισκάρουν» παίζοντας με αυτήν την περιουσία, χρησιμοποιώντας όλους τους καπιταλιστικούς-φιλελεύθερους τρόπους για την αύξησή της. Δηλαδή, οι μοναχοί προσπαθούν να ζουν πτωχικά μέσα σε μοναστήρια που είναι πλούσια και αναπτύσσουν κοινωνική και πολιτική δύναμη.


Αυτή η κατάσταση μού θυμίζει μερικές ανατολικές χώρες, όπως για παράδειγμα τη Ρουμανία, όπου, ενώ ο λαός πεινούσε, ζούσε έστω και ακούσια κάποια ακτημοσύνη, οι άρχοντές της πλούτιζαν και κατασκεύαζαν μεγαλόπρεπα ανάκτορα-παλάτια (βλέπε Τσαουσέσκου). Αυτή, όμως, η νοοτροπία δεν ευνοείται ούτε από τη διδασκαλία της Εκκλησίας και του ορθοδόξου μοναχισμού, που θέλει τον μεν μοναχό ακτήμονα, τα δε μοναστήρια τόπους φιλανθρωπίας, αγάπης και ποικιλοτρόπου θεραπείας. Οι Ιερές Μονές στην Ορθόδοξη Παράδοση είναι πνευματικά θεραπευτήρια.

Πρέπει εμείς οι κληρικοί και μοναχοί να καταλάβουμε ότι κάθε νόμιμο δεν είναι και ηθικό, αλλά και κάθε ηθικό, με τους κανόνες της κοινωνικής ηθικής, δεν είναι ορθόδοξο, από την άποψη ότι η ορθόδοξη ευαγγελική ηθική διαφέρει από την κοσμική ηθική, και είναι στην πραγματικότητα ασκητική. Δεν μπορούμε να κατακρίνουμε μόνο τη συσσώρευση των υλικών αγαθών από τα ιδιαίτερα πρόσωπα, αλλά πρέπει να καταδικάζουμε και τη συγκέντρωση των υλικών αγαθών από «εκκλησιαστικές κοινότητες» για επίδειξη καθώς επίσης και να στιγματίζουμε τη συμμετοχή των εκκλησιαστικών προσώπων και κοινοτήτων στα παιχνίδια του καπιταλιστικού συστήματος και της φιλελεύθερης ή νεοφιλελεύθερης αγοράς.

Εμείς οι χριστιανοί, ιδίως οι κληρικοί και μοναχοί, πρέπει να φανερώνουμε στην πράξη αυτά που πιστεύουμε και κηρύττουμε, ειδάλλως θα είμαστε ανειλικρινείς και υποκριτές. Πρέπει να αποδιώκουμε τον πειρασμό να διακατεχόμαστε από ιδιότυπη χριστιανική καπιταλιστική ιδεολογία.


πηγή ΤΟ ΒΗΜΑ,Κυριακή 19-10-2008

Οι μυροφόρες και η οικογένεια του Ιησού

 




Του Θεόδωρου Ρηγινιώτη

Είναι προφανές ότι στην αρχαία Εκκλησία όλοι ήξεραν τι σχέση είχαν με τον Ιησού οι λεγόμενοι «αδελφοί Του». Γι’ αυτό και τα ευαγγέλια, αν και τους αναφέρουν, δεν δίνουν κάποια διευκρίνιση. Άλλωστε δύο απ’ αυτούς, ο Ιάκωβος και ο Ιούδας (όχι βέβαια ο Ισκαριώτης) είναι και συγγραφείς δύο βιβλίων (επιστολών) που βρίσκονται μέσα στην Καινή Διαθήκη.

Προς ενίσχυση της ορθόδοξης άποψης (που είναι κι η άποψη της αρχαίας Εκκλησίας) ότι οι αδελφοί του Κυρίου δεν ήταν τέκνα της Παναγίας, παρατηρούμε ότι και ο Ιάκωβος και ο Ιούδας αποφεύγουν να αναφέρουν τον εαυτό τους ως αδελφό Του στο προοίμιο της επιστολής τους.

Παρακάτω δίνουμε κάποια στοιχεία για την οικογενειακή κατάσταση του Κυρίου, αλιευμένα από Πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς.

Πηγές:

άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Ερμηνεία εις το κατά Ιωάννην.

άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων, Υπομνήματα.

Κοσμάς Βεστίτωρ, Εγκώμιον εις τους δικαίους Ιωακείμ και Άνναν.

άγιος Συμεών ο Μάγιστρος και Λογοθέτης, Χρονικό.

Hippolytus Thebanus in Chronico opere.

Όλα τα παραπάνω βρίσκονται συνοπτικά στην Patrologia Graeca, τόμος 1, σχόλια στο βιβλίο 3, κεφ. ς΄, των Αποστολικών Διαταγών.

Η οικογένεια του Ιησού.

Ο Κοσμάς Βεστίτωρ γράφει:

  • Ο ιερέας Ματθάν και η σύζυγός του Μαρία απέκτησαν τρεις κόρες, τη Σοββί, την Άννα και τη Μαρία. Η Σοββί έγινε μητέρα της Ελισσάβετ (μητέρας του Προδρόμου) και η Άννα της Θεοτόκου.
  • Ο Ιωακείμ, πατέρας της Θεοτόκου, είχε έναν αδερφό, τον Αγγαίο. Η κόρη του Αγγαίου Σαλώμη ήταν η πρώτη σύζυγος του αγίου Ιωσήφ του Μνήστωρος, με την οποία απέκτησαν τέσσερις γιους (Ιάκωβο, Ιωσή, Σίμωνα και Ιούδα κατά τα Ματθ. 13, 53-56 και Μάρκ. 6, 1-6) και τρεις κόρες (γράφει τα ονόματα των θυγατέρων; δε θυμάμαι).

Ο άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων γνωρίζει ότι η πρώτη σύζυγος του Ιωσήφ ονομαζόταν Σαλώμη, οι γιοι τους ήταν αυτοί που ξέρουμε από τα ευαγγέλια και οι κόρες τους ήταν η Εσθήρ, η Θάμαρ (σε κάποια χειρόγραφα ονομάζεται Μάρθα) και η Σαλώμη, που είχε το όνομα της μητέρας της και ήταν η σύζυγος του Ζεβεδαίου και μητέρα των αποστόλων Ιάκωβου και Ιωάννη. Ο Hippolytus Thebanus επαναλαμβάνει αυτά που γράφει «ο μέγας Σωφρόνιος», αναφέροντας τη Θάμαρ μόνον ως Μάρθα.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ξέρει τους τέσσερις γιους του Ιωσήφ, αλλά μόνο δύο κόρες, την Εσθήρ και τη Θάμαρ. Νομίζω πως κι εδώ υπάρχουν δύο εκδοχές, Μάρθα και Θάμαρ. Γενικά κλίνω προς το Θάμαρ, γιατί είναι ευκολότερο να γίνει λάθος αντιγραφή από το Θάμαρ στο πασίγνωστο Μάρθα παρά από το Μάρθα προς το άγνωστο Θάμαρ -οπότε το Θάμαρ πώς προέκυψε;


***


Οι αγίες μυροφόρες.

1. Η Μαρία η Μαγδαληνή (Μάρκ. 16, 9 και Ιω. 20, 1-18), για την οποία συμφωνούν όλοι ή δεν προσθέτουν κάτι καινούργιο: ο Κύριος τη θεράπευσε από 7 δαιμόνια, κατά το Λουκ. 8, 2 και Μάρκ. 16, 9. Ενδιαφέρον: κατά τον άγιο Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο (Εκκλησιαστική Ιστορία, 14ος αιώνας) «κάποιοι» θεωρούσαν πως είναι η κόρη της Χαναναίας του Ματθ. 15, 21-28.

2. Η Σαλώμη, σύζυγος του Ζεβεδαίου, μητέρα των αποστόλων Ιακώβου και Ιωάννη και, όπως είπαμε, κόρη του αγίου Ιωσήφ. «Όχι η μαία» (Κοσμάς Βεστίτωρ). «Η μαία και μήτηρ υιών Ζεβεδαίου» (Συμεών Μάγιστρος και Λογοθέτης). Ο Χρυσόστομος δεν προσθέτει κάτι. Άποψή μου: ισχύει το «όχι η μαία». Η μαία Σαλώμη (που τη βρήκε ο Ιωσήφ και την έφερε στη φάτνη, εκεί δυσπίστησε για την αειπαρθενία της Θεοτόκου -ότι δηλαδή είχε μείνει παρθένος μετά τη γέννηση- και θέλησε να τη διαπιστώσει βάζοντας το χέρι της, το οποίο παρέλυσε ώσπου αναίρεσε την άποψή της) αναφέρεται στο ορθόδοξο απόκρυφο «Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου» και, αν υπήρξε, σαφώς δεν αναφέρεται ως κόρη του Ιωσήφ.

3. Η Μαρία Ιακώβου, «μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή» ή «του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή» (βλ. Ματθ. 27, 55-56 και 61, καθώς και 28, 1-10, Μάρκ. 15, 40-41, και 16, 1 και 9). Κατά κάποιους πρόκειται για την Παναγία και έτσι ως θετή μητέρα των δύο γιων του Ιωσήφ.

4. Η μήτηρ Ιωσή. Ο Χρυσόστομος πιστεύει ότι έχουμε δύο Μαρίες, άλλη η «μητέρα του Ιακώβου» κι άλλη η μητέρα «του Ιακώβου του μικρού» (Μάρκ. 15, 40-41 και 47: «μήτηρ Ιωσή»), που πιστεύει πως δε μπορεί νά ‘ναι ο αδελφόθεος, ο οποίος ήταν μέγας, όχι μικρός. Η πρώτη είναι η Παναγία και η δεύτερη η σύζυγος του Ιούδα του αδελφόθεου. Κατά το Συμεώνα το Μάγιστρο και Λογοθέτη η «Μαρία Ιακώβου του μικρού» ήταν η σύζυγος του αδελφόθεου Ιούδα, αλλά η «μήτηρ Ιωσή» ήταν άλλη: κόρη της Σαλώμης της εξαδέλφης της Θεοτόκου, η οποία ανέθρεψε τον Ιωσή (τον αδελφόθεο;), γι’ αυτό χαρακτηριζόταν μητέρα του.

5. Η Ιωάννα (Λουκ. 24, 10), πιθανόν να ήταν η σύζυγος του Χουζά, αξιωματούχου του Ηρώδη (Λουκ. 8, 3). Κατά το Συμεώνα το Μάγιστρο και Λογοθέτη όμως ήταν η γυναίκα του αποστόλου Πέτρου. Ο Χρυσόστομος αγνοεί τη βιογραφία της και τη χαρακτηρίζει «Ιωάνναν τινά».

6. Η Σουσάννα (Λουκ. 8, 3), για την οποία κανείς δε δίνει επιπλέον στοιχεία.

7. Η Μαρία του Κλωπά (Ιω. 19, 25), που θεωρείται ετεροθαλής αδελφή της Παναγίας. Ο Κλωπάς ήταν αδελφός του αγίου Ιωακείμ, που πέθανε άτεκνος. Έτσι ο Ιωακείμ πήρε τη σύζυγό του, Άννα, για να «αναστήσει σπέρμα στον αδελφό του» κατά το εβραϊκό έθιμο, και γέννησαν τη Μαρία, «θυγατέρα Κλωπά κατά χάριν» (Hippolytus Thebanus, lib. reg. 1296). Μετά το θάνατο της Άννας του Κλωπά, ο Ιωακείμ παντρεύτηκε την αγία Άννα. Συμφωνεί και ο Χρυσόστομος. Ο Συμεών ο Μάγιστρος γράφει: «αδελφή της Μητρός του Κυρίου, θυγάτηρ Ιωσήφ». Μάλλον ήθελε να γράψει Ιωακείμ κι έγραψε κατά λάθος Ιωσήφ.

* Ο Χρυσόστομος, απαριθμώντας πόσες Μαρίες συναντάμε, αναφέρει και τις αδελφές του Λαζάρου Μάρθα και Μαρία. Δε διευκρινίζει όμως αν τις θεωρεί μυροφόρες. Υποθέτω όχι, γιατί δεν τις αναφέρει κανείς ευαγγελιστής στη διήγηση της ανάστασης.

ΑΝΘΡΩΠΟ ΟΥΚ ΕΧΩ

        


400 χρόνια προ Χριστού έζησε ο κυνικός φιλόσοφος Διογένης. Τούτος χαρακτηρίστηκε σαν αναρχικός φιλόσοφος και χρησιμοποιούσε τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο ως μέσο για τα διδάγματά του. Πίστευε πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, τη λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί κανείς να την εξασφαλίσει. Τούτος λοιπόν μια μέρα, μέρα μεσημέρι πήρε ένα φανάρι αναμμένο και κυκλοφορούσε μέσα στο πλήθος φωνάζοντας «άνθρωπον ζητώ»• ψάχνω άνθρωπο, γυρεύω άνθρωπο.
400 χρόνια αργότερα στα χρόνια του Χριστού, όταν ο Θεάνθρωπος κυκλοφορούσε ανάμεσα μας η ίδια ακριβώς ιστορία. Και πάλι μέρα μεσημέρι και πάλι μέσα στο πλήθος.
Εκεί στην προβατική πύλη του τείχους της Ιερουσαλήμ όπου και η Βηθεσδά, η κολυμβήθρα του ελέους. Ο χώρος όλος πλημμυρισμένος από λογής – λογής αρρώστους. Όλοι αυτοί, τυφλοί, ανάπηροι, παράλυτοι, περίμεναν με αγωνία κι ελπίδα να κατέβει ο άγγελος, ο απεσταλμένος του Θεού, να ταράξει τα νερά της δεξαμενής. Και τότε όποιος προλάβαινε να πέσει μέσα στα νερά την ώρα εκείνη γινόταν αμέσως καλά, από οποιαδήποτε αρρώστια κι αν έπασχε. Απ’ όλους αυτούς τους βασανισμένους αρρώστους όμως ένας άνθρωπος ξεχώριζε. Τριανταοκτώ ολόκληρα χρόνια παράλυτος. Κι ήταν μόνος, κατάμονος. Δεν είχε κανένα να τον βοηθήσει. Αυτόν μόλις τον αντικρίζει ο Χριστός, τον πλησιάζει και του λέει «Θέλεις να γίνεις καλά»; Και η απάντηση : «Κύριε, δεν έχω άνθρωπο να με βοηθήσει να πέσω πρώτος μέσα στα νερά όταν τα κινήσει ο άγγελος. Πάντοτε κάποιος άλλος προλαβαίνει να πέσει πρώτος».
Ετούτος ο παραλυτικὸς του σημερινού Ευαγγελίου, εκφράζει ένα βασικά παράπονο. Δεν έχει κάποιον δικό του άνθρωπο για να τον βάλει μέσα στα ταραγμένα νερά. Είναι μόνος και μέσα στην μοναξιά του, υπομένει για τριάντα οκτώ χρόνια την ασθένεια του, δυστυχισμένος και ξεχασμένος. Είναι μόνος ανάμεσα σε τόσο κόσμο. Άνθρωπο δεν έχει…
2000 χιλιάδες χρόνια μετά. Σήμερα… στην εποχή μας.
Η ίδια φωνή. Το ίδιο παράπονο. Η ίδια ικεσία.
«Άνθρωπον ουκ έχω…»
Η δραματική φωνή του ανθρώπου, σήμα κατατεθέν της εποχής μας. Φωνάζει βοή¬θεια, ο άνθρωπος και ο ήχος πέφτει στο κενό. Παρά την πρόοδο, παρά τις πολυσύχναστες πόλεις, παρά τις καταπληκτικές επιστημονικές προόδους, ο άνθρωπος μένει μόνος, μένει αβοήθητος. Ζει με τα τηλέφωνα στα χέρια του, βρίσκεται συνέχεια μέσα στο διαδίκτυο, ένα παγκόσμιο παράθυρο στο κόσμο, μια συνεχή και ασταμάτητη επικοινωνία και όμως είναι μόνος. Ο καθένας ζει μόνο για τον εαυτό του. Απομονωμένοι και διασπασμένοι από το σύνολο των ανθρώπων, ζούμε μέσα σε μια απέραντη εγωκεντρική μοναξιά. Συστεγαζόμαστε και συνεργαζόμαστε. Αγκαλιαζόμαστε και διασκεδάζουμε. Τρέχουμε μαζί στις γιορτές και στα πανηγύρια. Χορεύουμε και τραγουδάμε. Ζούμε και κινούμαστε πάντα στην πολυκοσμία. Τίποτε όμως το ουσιαστικό. Η ερημιά και η μοναξιά βασιλεύουν γύρω μας κι ας συνωστιζόμαστε στους δρόμους, στα μέσα συγκοινωνίας, ακόμα, ακόμα και μέσα στις εκκλησίες. Χιλιάδες και μυριάδες άνθρωποι δίπλα μας προσπερνούν βιαστικά χωρίς καμιά διάθεση επικοινωνίας, ούτε καν για ένα χαιρετισμό. Δίχως ένα βλέμμα, χωρίς ένα χαμόγελο. Όλα συμβατικά, επιφανειακά, χωρίς ειλικρίνεια, χωρίς αν¬θρωπιά.
Η μοναξιά λοιπόν και ο δικός μας καημός και σε μεγαλουπόλεις και σε χωριά. Έχει την αίσθηση κανείς, πως βυθίζεται ολομόναχος σε μια απύθμενη ανθρωποθάλασσα. Χιλιάδες άνθρωποι κυκλοφορούν γύρω μας, όμως δεν είναι παρά απρόσωπες μονάδες μιας ποσότητας. Είναι άνθρωποι χωρίς φυσιογνωμία, χωρίς χαμόγελο. Ζούμε, αλήθεια, τόσο κοντά ο ένας με τον άλλο και όμως δεν έχουμε καμιά ψυχική επικοινωνία.
Ακόμη πρέπει να δούμε πως ζούμε στην εποχή που την χαρακτηρίζει ο άκρατος υλισμός, το χρήμα, η έλλειψη αγάπης για τον συνάνθρωπο, η εκμετάλλευση του αδυνάτου, η ύψιστη υποκρισία, σε μια εποχή όπου για κάθε μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα, εφευρίσκονται χονδροειδέστατα προσχήματα και παρουσιάζονται σαν μοναδικές εφικτές λύσεις. Η ανθρωπότητα έχει βυθιστεί σε έναν άνευ προηγουμένου μεσαίωνα που προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει διέξοδο.
Στον ίδιο τούτο κόσμο πόνος παντού και δυστυχία. Αρρώστιες, δυστυχήματα, απώλειες που τα αίτια τους μπορούν να αναχθούν είτε σε ανθρώπινες δραστηριότητες και εσκεμμένες παραλείψεις είτε σε φυσικούς παράγοντες. Μολυσμένες τροφές, μολυσμένο νερό, μολυσμένος αέρας, πόλεμοι, Τσερνόμπιλ, Φουκουσίμα, Κοσλοντούϊ, αεροπλάνα που πέφτουν, τρένα που εκτροχιάζονται, τροχαία δυστυχήματα, εργατικά ατυχήματα και πολλά άλλα «κατορθώματα» της ανθρώπινης τεχνολογίας, της απανθρωπιάς, της κακίας, της αδιαφορίας, της εγκληματικότητας.
Να προσθέσουμε και την ανασφαλή καθημερινότητά μας, σε κάθε τομέα και σε κάθε στιγμή με μια πολιτεία θεατή και ανίκανη για παρέμβαση. Όταν φοβόμαστε ακόμα και να χαιρετήσουμε το συνάνθρωπό μας ή να βγούμε έξω από το σπίτι μας, όταν αντικρίζουμε με αβεβαιότητα και φόβο το άμεσο μέλλον μας, όταν βάζουμε το χέρι στον τύπο των ήλων του ξεχαρβαλώματος του τόπου μας, της πατρίδας μας, του ξεπουλήματος των πάντων, ηθών, εθών, πίστεως γλώσσας, παιδείας, οικονομίας, όταν…όταν…όταν.
«…Σ' αυτή λοιπόν τη συγκεκριμένη ευαγγελική ιστο¬ρία, τι είναι αιώνιο και διαρκές; Στο κέντρο της βρί¬σκονται σαφώς τα λόγια του παραλύτου προς το Χριστό, "άνθρωπον ουκ έχω". Αυτή είναι στ' αλήθεια ή κραυγή του ανθρώπου πού φτάνει στο σημείο να γνωρίσει την τρομακτική δύναμη του ανθρώπινου εγωισμού και ναρκισσισμού. Ο καθένας για τον ε¬αυτό του. Ψάχνοντας για το νούμερο ένα. Όλοι αυ¬τοί, όλο αυτό το πλήθος των τυφλών, αρρώστων, παραλύτων, των "εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν", πού μ' άλλα λόγια περιμένουν για βοήθεια, φροντίδα, θεραπεία, παρηγοριά. Ό καθένας όμως περιμένει μόνος του. για τον εαυτό του. Και όταν τα νερά ταράσσονται, όλοι σπρώχνονται ξεχνώντας ό ένας τον άλλο... Από την άποψη του ευαγγελίου, αυτή ή "κολυμβήθρα" είναι φυσικά μια εικόνα του κόσμου, μια εικόνα της ανθρώπινης κοινωνίας, ένα σύμβολο της ίδιας της οργάνωσης της ανθρώπινης συνείδησης…
…Μας λένε πώς έτσι δουλεύει ο κόσμος, τι μπορείς να κάνεις; Αυτή όμως είναι πράγματι η έ¬σχατη, αντικειμενική και επιστημονική αλήθεια για το πρόσωπο και την ανθρώπινη ζωή; …
…Δεν αισθανόμαστε πλέον, έστω και ασυνείδητα, ασφυξία σ' έναν κόσμο πνιγμένο στο παμφάγο εγώ. Έχουμε τόσο συνηθίσει στο αίμα. στο μίσος, στη βία, και τουλάχιστον στην αδιαφορία…». (π. Αλέξανδρος Σμέμαν).
Αγαπητοί Χριστιανοί!
Πριν λίγες μέρες γίναμε μάρτυρες του τραγικού γεγονότος του πατέρα που σφαγιάστηκε τη στιγμή που έτρεχε για να μεταφέρει στο μαιευτήριο την ετοιμόγεννη σύζυγό του.
Δείγμα κι αυτό της εποχής μας. Δείγμα της εγκατάλειψής μας.
Και εμείς συνεχίζουμε να φωνάζουμε, να κραυγάζουμε «άνθρωπόν ουκ έχω». Λόγια που εκφράζουν το μέγεθος της τραγωδίας και μάλιστα μιας τραγωδίας κοινωνικής. Η δικαιολογημένη κραυγή μοναξιάς της δικής μας εποχής. Γιατί, αν μοναξιά είναι η αίσθηση της απουσίας των άλλων ανθρώπων, δυστυχώς, πολλές φορές μοναξιά είναι και η αίσθηση της παρουσίας πολλών, αλλά αδιάφορων ανθρώπων.
Αλλά. Σε όποια φάση μοναξιάς κι αν βρισκόμαστε ας μην ξεχνούμε ότι υπάρχει ο Θεός, ο οποίος με την παρουσία και την αγάπη Του σπάζει αυτή τη μοναξιά. Η διατάραξη της ισορροπίας Θεού - ανθρώπου δημιουργεί αφάνταστο πόνο και έχει αφετηρία τη διαταραχή – διακοπή των σχέσεων του ανθρώπου με το Θεό και κατάληξη τη διακοπή των σχέσεων με το συνάνθρωπο. Ο άνθρωπος τότε γίνεται ιδιαίτερα εγωιστής. Γίνεται θηρίο και καταλήγει στην αδιαφορία για τη δυστυχία και την τραγωδία του συνανθρώπου του. Προσπερνά αδιάφορα το συνάνθρωπο και τα προβλήματά του, ενώ κάποτε τον αντιμετωπίζει με τρόπο ειρωνικό, ακόμα και κυνικό!
Αδελφοί μου!
«Έχουμε και ζούμε μέσα σε μια φύση που ανασταίνεται πάγκαλη μέσα σε θείο κι άτρεμο φως, φύση που πλημμυρίζει τον εσωτερικό πλέον κόσμο του ανθρώπου από φως, που του μεταμορφώνει τα υλικά οράματα σε πνευματικά, που του εξάπτει τον ενθουσιασμό να ξαναπαλέψει με τον εαυτό του και τις εναντιότητες του βίου, που τον εμπνέει να νικήσει τον κόσμο αυτό και να τον μεταπλάσει, να τον σφραγίσει με το δικό του όραμα. Έχοντας αυτές τις καταβολές και τις δυνατότητες, γιορτάζει το Πάσχα το Έθνος μας, σαν ένα γεγονός ακένωτης ελπίδας : την νίκη του θανάτου και τον θρίαμβο της πνευματικής αιωνιότητας του ανθρώπου.
Αναμφισβήτητα, και σήμερα, στην πολυδύναμη κρίσι, το Πάσχα είναι, πρέπει να είναι το μοναδικό νεοελληνικό όραμα και βίωμα, κανόνας ζωής και δράσης, αφού σημαίνει ελευθερία, και αρμονία, αφού αποδίδει την αρετή απαραχάραχτη, αφού εκφράζει ο,τι πιο μύχιο, λυτρωτικό, αρρενωπό, καίριο έχει το Έθνος μας. Πάνω στις δυνατές καρδιές στέκεται ο Χριστός, στέκεται και πατεί η Ελευθερία». (Μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ).

Πασχάλια πίστη ( π. Αλεξ. Σμέμαν )

 








Τις μέρες μετά το Πάσχα, επιστρέφω συνεχώς και ασυνείδητα στο ίδιο ερώτημα: αν η πρωτάκουστη διαβεβαίωση «Χριστός ανέστη» περιέχει ολόκληρη την ουσία, το βάθος και το νόημα της χριστιανικής πίστης, αν κατά τα λόγια του αποστόλου Παύλου «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, … κενή δε και η πίστις υμων» (Α’ Κορ. 15,14), τι να σημαίνει τότε άραγε αυτό το γεγονός για τη ζωή μου;

Άλλο ένα Πάσχα ήρθε και έφυγε. Για άλλη μια φορά ζήσαμε αυτή την εκπληκτική νύχτα, τη θάλασσα των αναμμένων κεριών, τη μεγάλη συγκίνηση, εκεί ήμασταν ξανά, στο μέσο μιας ακολουθίας ακτινοβόλας χαράς, που ολόκληρο το περιεχόμενό της ήταν σαν ένας ύμνος αγαλλιάσεως: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια, εορταζέτω γουν πασα κτίσις την έγερσιν Χριστου, εν ω εστερέωται».


Τι χαρούμενα νικητήρια λόγια! Τα πάντα ενώνονται: ουρανός, γη και το υποχθόνιο βασίλειο του θανάτου. Ολόκληρος ο κόσμος συμμετέχει σ’ αυτή τη νίκη και στην ανάσταση του Χριστού ανακαλύπτει το δικό του νόημα και τη δική του αυτοπεποίθηση.

Όμως πέρασε, η νύχτα τέλειωσε, η γιορτή ολοκληρώθηκε, αφήνουμε το φως και επιστρέφουμε στον κόσμο, κατεβαίνουμε στη γη και εισερχόμεθα πάλι στην ομαλότητα, στην καθημερινότητα, στην πραγματικότητα της ζωής μας. Και τι βρίσκουμε; Όλα είναι ίδια, τίποτε δεν άλλαξε, και φαίνεται πώς τίποτε, απολύτως τίποτε δεν έχει κάτι το κοινό με τον ύμνο που ακούσαμε στην εκκλησία, «εορταζέτω γουν πασα κτίσις την έγερσιν Χριστου, εν ω εστερέωται».

Και τώρα αμφιβολίες αρχίζουν να εισβάλλουν στην ψυχή μας. Αυτά τα τόσο όμορφα και υπέροχα λόγια –πιο όμορφα και υπέροχα από κάθε άλλο λόγο πάνω στη γη- μπορούν να είναι απλώς μια ψευδαίσθηση, ένα όνειρο; Η ψυχή και η καρδιά πίνουν παθιασμένα απ’ αυτά τα λόγια, αλλά ηψυχρή λογική αποφαίνεται: όνειρα, αυταπάτη! Δυο χιλιάδες χρόνια πέρασαν και τι μπόρεσαν να κάνουν αυτά τα λόγια; Θεέ μου, πόσο συχνά οι χριστιανοί δε χαμηλώνουν το κεφάλι τους βλέποντας το, και ούτε καν προσπαθούν να συναρμολογήσουν τα κομμάτια του παζλ. Άφησέ μας μόνους, μοιάζει να λένε στον κόσμο, άφησέ μας το τελευταίο πράγμα που μας απόμεινε, την άνεση και τη χαρά! Μην ανακατεύεσαι τη στιγμή που διακηρύσσουμε στις εκκλησιές, πίσω από κλειστές πόρτες, πώς ολόκληρος ο κόσμος αγάλλεται. Αν δεν ανακατευτείς, δε θα ανακατευτούμε κι εμείς στον τρόπο με τον οποίο ευχαριστείσαι να κτίζεις, να κατευθύνεις και να ζεις σ’ αυτόν τον κόσμο…

Στη βαθύτερη όμως γωνιά της συνείδησής μας, γνωρίζουμε πώς αυτή η ατολμία και αυτός ο μινιμαλισμός, αυτή η εσωτερική φυγή σ’ ένα μυστικό εορτασμό είναι ασυμβίβαστη με το αυθεντικό νόημα και τη χαρά του Πάσχα. Ο Χριστός ή ανέστη ή δεν ανέστη. Ή το ένα ή το άλλο! Αν ανέστη (γιατί άλλωστε θα είχαμε την πασχαλινή αγαλλίαση να γεμίζει ολόκληρη τη νύχτα με φως, θρίαμβο και νίκη;), αν σε μια αποφασιστική και μοναδική στιγμή στην ανθρώπινη και παγκόσμια ιστορία, αυτή η ανήκουστη νίκη πάνω στο θάνατο συνέβη πραγματικά, τότε όλα τα πράγματα του κόσμου έχουν γίνει όντως διαφορετικά και νέα, είτε οι άνθρωποι το γνωρίζουν είτε όχι. Τότε όμως εμείς, ως πιστοί, ως αυτοί που χαρήκαμε και γιορτάσαμε, έχουμε την ευθύνη να γνωρίσουν και να πιστέψουν και άλλοι, να δουν, να ακούσουν και να εισέλθουν σ’ αυτή τη νίκη και σ’ αυτή τη χαρά.

Οι πρώτοι χριστιανοί δεν αποκαλούσαν την πίστη τους θρησκεία, αλλά Καλά Νέα («Ευαγγέλιον»), και είχαν σκοπό να το διαδώσουν και να το διακηρύξουν στον κόσμο. Γνώριζαν και πίστευαν πώς η ανάσταση του Χριστού δεν ήταν απλώς ευκαιρία για μία ετήσια γιορτή, αλλά πηγή μιας ενεργητικής και μεταμορφωμένης ζωής. Αυτό που άκουγαν να ψιθυρίζεται, το φώναζαν «από των δωμάτων» (Ματθ. 10, 27)…

«Και τι μπορώ να κάνω;» απαντά η σώφρων και ρεαλιστική λογική. «Πώς μπορώ να διακηρύξω ή να φωνάξω ή να μαρτυρήσω; Εγώ, ένας αδύνατος μικρός κόκος άμμου, χαμένος ανάμεσα στις μάζες;» Η ένσταση όμως αυτή της λογικής και του «υγιούς μυαλού» είναι ένα ψέμα, ίσως το τρομερότερο και δαιμονικότερο ψέμα του σημερινού κόσμου. Ο κόσμος μας έχει κατά κάποιο τρόπο πείσει πώς η δύναμη και η σπουδαιότητα προέρχεται μόνο από τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη, τις μάζες. Τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος ενάντια σε όλους τους άλλους; Είναι όμως σωστό πως, παρά το ψέμα, η θεμελιώδης βεβαιότητα του Χριστιανισμού πρέπει να κηρυχθεί με όλη τη δύναμη και την απαράμιλλη λογική της. Ο Χριστιανισμός ισχυρίζεται πως ένας άνθρωπος μπορεί να είναι δυνατότερος από κάθε άλλον, και πως αυτός ο ισχυρισμός είναι ακριβώς τα καλά νέα του Χριστού. Σκεφτείτε αυτούς τους αξιόλογους στίχους από το έργο του Μπόρις Πάστερνακ, «ο κήπος της Γεσθημανής»:
Παραιτήθηκε χωρίς έχθρα,
σαν να γύριζε δανεισμένα πράγματα,
τα θαύματά Του και τη δύναμή Του.
Και τώρα, ήταν θνητός σαν εμάς.



Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Χριστού: άνθρωπος δίχως εξουσία, έχθρα, οποιαδήποτε επίγεια δύναμη. Ένας άνθρωπος! Εγκαταλελειμένος, προδομένος, απορριμμένος από όλους! Όμως νικητής. Ο Πάστερνακ συνεχίζει:

Βλέπεις την προέλαση των αιώνων,
σαν την πορεία προς Εμμαούς.
Μπορεί ν’ ανάψει τις καρδιές στο δρόμο.
Λόγω της φοβερής μεγαλοσύνης
που υπάρχει στο εθελούσιο μαρτύριο,
κατεβαίνω μέχρι τον τάφο.
Κατεβαίνω στον τάφο
και στην Τρίτη μέρα «αναστήσομαι»,
Και σαν τις σχεδίες που πλέουν στο ποτάμι,
έτσι σε μένα για την κρίση,
όπως οι μαούνες στη σειρά,
οι αιώνες, από το σκοτάδι, θα έρχονται παρασυρμένοι…

«Μπορεί ν’ ανάψει τις καρδιές στο δρόμο…». Στη φράση «μπορεί ν’ ανάψει» βρίσκουμε το κλειδί της απάντησης στις αμφιβολίες της «σώφρονος» λογικής. Τι θα συνέβαινε αν ο καθένας που έχει ζήσει τη χαρά της ανάστασης, που έχει ακούσει για τη νίκη της, που πίστεψε σ’ αυτό που επιτελέστηκε, άγνωστο στον κόσμο, αλλά μέσα στον κόσμο και χάριν αυτού, αν ο καθένας μας, ξεχνώντας τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη και τις μάζες, μετέδιδε αυτή τη χαρά και αυτή την πίστη μόνο σε έναν άλλον άνθρωπο, άγγιζε μόνο μια άλλη ανθρώπινη ψυχή; Αν αυτή η πίστη και η χαρά μπορούσε να είναι μυστικά παρούσα σε κάθε συζήτηση, ακόμη και στην πιο ασήμαντη, στις κοινές πραγματικότητες της καθημερινής μας ζωής, θα άρχιζε αμέσως, εδώ και τώρα, σήμερα να μεταμορφώνεται ο κόσμος και η ζωή. Ο Χριστός είπε, «ουκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως» (Λουκ.17,20). Η Βασιλεία του Θεού έρχεται με δύναμη, φως και νίκη κάθε φορά που οι πιστοί τη μεταφέρουν μαζί τους από την εκκλησία στον κόσμο, και αρχίζουν να τη ζουν στη ζωή τους. Τότε τα πάντα, πάντοτε και κάθε στιγμή «μπορούν ν’ ανάψουν τις καρδιές στο δρόμο…»

(από xfe.gr)

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

Θεολογική ερμηνεία της εικόνας της Αναλήψεως

Θεολογική ερμηνεία της εικόνας της Αναλήψεως


Στην εικόνα της Αναλήψεως ο Κύριος με φωτεινά ενδύματα και κυριαρχική στάση, εικονίζεται μέσα σε «δόξα», που είναι άλλοτε στρογγυλή, όπως στην εικόνα μας και άλλοτε ελλειψοειδής. Κάθεται σε ουράνιο τόξο ευλογώντας με το ένα του το χέρι και κρατώντας όρθιο ειλητάριο με το άλλο. Το ειλητάριο είναι σύμβολο του διδασκάλου.

Τη «δόξα», μέσα στην οποία βρίσκεται ο Κύριος υποβαστάζουν δύο άγγελοι. Συμβολίζουν και εκφράζουν τη θεία μεγαλειότητα και εξουσία. «Ο Κύριος ως παντοδύναμος δεν είχε ανάγκη τους αγγέλους για να αναληφθεί στους ουρανούς). Σε μερικές εικόνες της Αναλήψεως οι άγγελοι δεν ανακρατούν το δίσκο της δόξας, αλλά ατενίζουν τον Κύριο σε στάση προσευχής. Όπως λένε τα τροπάρια της εορτής, απορούν και θαυμάζουν, γιατί ο Χριστός αναλήφθηκε όχι μόνον ως Θεός, αλλά και ως άνθρωπος, δηλαδή με το άφθαρτο και δοξασμένο σώμα του.


Άλλοτε οι άγγελοι εικονίζονται να σαλπίζουν σύμφωνα με το ψαλμικό στίχο «ἀνέβη ὁ Θεός ἐν ἀλαλαγμῷ, Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος» (Ψαλμ. 46, 6). Ο στίχος αυτός αναφέρεται αυτούσιος στην υμνολογία της Αναλήψεως, γιατί «ἡ εἰς οὐρανούς ἄνοδος διά τούτων (των λέξεων) τοῦ Κυρίου σημαίνεται» (Μ. Αθανάσιος, ΒΕΠ 32, 116).
β) Οι απόστολοι. Χωρισμένοι κάτω σε δύο ομίλους έχοντας την Παναγία στη μέση «θεωρούν τον αναλαμβανόμενο Κύριο με χειρονομίες και στάσεις που δηλώνουν έκπληξη, αμηχανία, θάμβος και ταραχή». Πίσω της βρίσκονται δύο λευκοφορεμένοι άγγελοι, που δείχνουν με υψωμένο το χέρι τον αναλαμβανόμενο Κύριο. Ως αγγελιοφόροι του Θεού διαβεβαιώνουν και παρηγορούν τους παριστάμενους πως ο Κύριος θα επανέλθει κατά τη Δευτέρα παρουσία του.

Στο κείμενο της Αγίας Γραφής (Λουκ. 24, 50-52. Πραξ. 1, 9-11) που αναφέρεται στην Ανάληψη, η Θεοτόκος δεν είναι ανάμεσα στα πρόσωπα που παραβρίσκονται στο γεγονός. Για την παρουσία της μας πληροφορεί η ιερά παράδοση, όπως τη βλέπουμε άλλωστε στα τροπάρια του εσπερινού της εορτής και το συναξάριο της ημέρας∙ «τήν γάρ ἐν τῷ πάθει σου μητρικῶς πάντων ὑπεραλγήσασαν (=που πόνεσε πιο πολύ), ἔδει καί τῇ δόξῃ τῆς σαρκός σου ὑπερβαλλούσης ἀπολαῦσαι χαρᾶς (Δοξαστικό της λιτής). Άξια προσοχής είναι η θέση και η στάση της Θεοτόκου στην εικόνα. Βρίσκεται ακριβώς κάτω από τον υιό της και είναι άξονας της όλης σύνθεσης. «Η κάθετη γραμμή που ενώνει το κεφάλι του Σωτήρος με εκείνο της Θεοτόκου μοιράζει το σύνολο ακριβώς σε δύο όμοια μέρη, διασταυρώνεται με την οριζόντια γραμμή και σχηματίζει ένα τέλειο σταυρό» (Π. Ευδοκίμωφ). Οι απόστολοι με τις χειρονομίες τους και έχοντας τα κεφάλια τους στραμμένα προς τον Κύριο έρχονται σε αντίθεση με την ατάραχη κα ήρεμη μορφή της Παναγίας. Η ηρεμία της, όπως ειπώθηκε, εκφράζει την αναλλοίωτη αλήθεια της Εκκλησίας. Ο αγιογράφος της εικόνας μας θέλησε με τους αποστόλους που κυκλώνουν την Παναγία να παρουσιάσει την Εκκλησία, στην οποία ο Κύριος θα έστελνε την Πεντηκοστή το Άγιο Πνεύμα για να την ζωοποιήσει και κινητοποιήσει. Για την αποστολή του Αγίου Πνεύματος στους μαθητές και της επιδημίας του στον κόσμο μιλούν και τα τροπάρια της Αναλήψεως.«Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, ὁ τῶν Ἀγγέλων βασιλεύς, τόν Παράκλητον ἡμῖν ἐκ τοῦ Πατρός ἀποστεῖλαι» (α΄τροπάριον, ωδή δ΄). Έτσι τα δύο κοσμοσωτήρια και κοσμοϊστορικά γεγονότα, της Αναλήψεως και της Πεντηκοστής, συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους.
 

Δεξιά από τη Θεοτόκο, το πρώτο πρόσωπο που βλέπει στον ουρανό με το χέρι μπροστά στα μάτια του, είναι ο απόστολος Παύλος. Φυσιολογικά δεν έχει θέση μεταξύ των αποστόλων, γιατί η μεταστροφή του έγινε μετά την Ανάληψη. Στην εικόνα τοποθετείται συμβολικά. Θα γίνει κι αυτός μέλος της Εκκλησίας και μάλιστα εκλεκτό. Ο ορθόδοξος αγιογράφος αποσπά τον Παύλο από την εποχή του και τον συγκαταριθμεί μεταξύ των αποστόλων. Έτσι και η θέση του Ιούδα αναπληρώθηκε και η παράσταση της Εκκλησίας έγινε δυναμική, εκφραστική και συμβολική.
Τα υψωμένα σε δέση χέρια της Παναγίας θυμίζουν τον ρόλο της κοντά στον Υιό της. Είναι αυτή που παρακαλεί και μεσιτεύει. Όπως ψάλλει η Εκκλησία μας, «ἄλλην γάρ οὐκ ἔχομεν, ἁμαρτωλοί πρός Θεόν, ἐν κινδύνοις καί θλίψεσιν, ἁεί μεσιτείαν». Παρακαλούμε τον Χριστό να μας σώσει και ελεήσει «ταῖς πρεσβίαις τῆς Παναχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἁειπαρθένου Μαρίας».


Στην εικόνα η Θεοτόκος εικονίζεται ορθοστημένη, αλύγιστη. Με την ακινησία της φαίνεται να εκφράζει τα αμετακίνητα δόγματα της Εκκλησίας. Από το άλλο μέρος οι απόστολοι με τις διάφορες χειρονομίες τους συμβολίζουν τις διάφορες γλώσσες και τα ποικίλα μέσα, με τα οποία σπέρνεται ο λόγος του Θεού στις καρδιές των ανθρώπων.
Ωραία παρατηρήθηκε: «Ένα αίσθημα ειρήνης, προσευχής και αίνου καλύπτει το παν, γιατί εκεί οπού βρίσκεται το κεφάλι τοποθετείται η χαρμόσυνη ελπίδα του σώματος», δηλαδή της Εκκλησίας, που είναι το Σώμα του Χριστού. Όπως το είπε ο άγιος πάπας Λέων Α΄ (440-461): «Η Ανάληψη του Χριστού είναι δική μας ανύψωση και όπου η δόξα της Κεφαλής προπορεύτηκε, εκεί καλείται η ελπίδα του Σώματος».

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

ΤΟ ΒΑΘΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Φ. Κόντογλου)


 


Το βαθύ μυστήριο της Ορθοδοξίας. Ας το διαφυλάξουμε...
Κείμενο του Φώτη Κόντογλου (1895-1965)
Μεγάλο, πολύ μεγάλο και σπουδαίο είναι ένα ζήτημα που δεν του δώσανε σχεδόν καθόλου προσοχή οι περισσότεροι Έλληνες. Κι αυτό είναι το ότι από καιρό αρχίσανε κάποιοι δικοί μας κληρικοί να θέλουν και να επιδιώκουν να δέσουν στενές σχέσεις με τους παπικούς, που επί τόσους αιώνες μας ρημάξανε. Γιατί, στα αληθινά, δεν υπάρχει πιο μεγάλος αντίμαχος της φυλής μας, κι επίμονος αντίμαχος, που, σώνει και καλά, θέλει να σβήσει την Ορθοδοξία.
Οι δεσποτάδες που είπα πως τους έπιασε, άξαφνα κι αναπάντεχα, ο έρωτας με τους Λατίνους, λένε πως το κάνουνε από «αγάπη». Μα αυτό είναι χονδροειδέστατη δικαιολογία και καλά θα κάνουνε να παρατήσουνε αυτά τα ροσόλια της «αγάπης», που την κάνανε ρεζίλι. Ο διάβολος, άμα θελήσει να κάνει το πιο πονηρό παιγνίδι του, μιλά, ο αλιτήριος για αγάπη. Ο,τι είπε ο Χριστός, το λέγει κι αυτός κάλπικα, για να ξεγελάσει. Τώρα, στα καλά καθούμενα, τους ρασοφόρους μας στην Πόλη, τους έπιασε παροξυσμός της αγάπης για τους Ιταλιάνους, που στέκουνται, όπως πάντα, κρύοι και περήφανοι και δεν γυρίζουνε να τους δούνε αυτούς τους «εν Χριστώ αδελφούς», που όσα τους κάνανε από τον καιρό των Σταυροφόρων ίσαμε τώρα, δεν τους τάκανε μήτε Τούρκος, μήτε Τάταρος, μήτε Μωχαμετάνος. Ίσως και οι δικοί μας να κάνουν από παρεξηγημένη καλωσύνη.
Όπως είπα, οι περισσότεροι δικοί μας δεν δώσανε καμμιά σημασία σ αυτές τις φιλοπαπικές κινήσεις, που είναι θάνατος για το γένος μας και που τις κινήσανε οι καταχθόνιες δυνάμεις που πολεμάνε τον Χριστό και που με τα λεπτά τους αγοράζουνε όλους, δεν δώσανε λοιπόν καμμιά σημασία, γιατί τα θεωρούνε τιποτένια πράγματα, αν δεν είναι κι οι ίδιοι αγορασμένοι, άξια μοναχά για κάποιους στενοκέφαλους παλιοημερολογίτες και φανατικούς αποπετρωμένους χριστιανούς. Τώρα τα μυαλά γινήκανε φαρδιά, και καταγίνονται με άλλα κοσμοϊστορικά προβλήματα! «Θα καθόμαστε να κυττάζουμε τώρα παπάδες κι Ορθοδοξίες»;
Μα αυτούς δεν τους μέλει κι αν εξαφανισθεί από τον κόσμο κάθε ελληνικό πράγμα. Και θα εξαφανισθεί όχι τόσο εύκολα με τον αμερικανισμό που πάθαμε, όσο αν γίνουμε στη θρησκεία παπικοί. Γιατί γι αυτού πάμε. Παπική Ελλάδα θα πει εξαφάνιση της Ελλάδας. Να γιατί είπα πως είναι πολύ σπουδαίο ζήτημα αυτές οι ερωτοτροπίες που αρχίσανε κάποιοι κληρικοί δικοί μας με τους παπικούς, κι η αιτία είναι το ότι δεν νοιώσανε τι είναι Ορθοδοξία ολότελα, μ' όλο που είναι δεσποτάδες.
Το κακό είναι πως ο λαός δεν πήρε, καλά-καλά, είδηση για τη συνωμοσία. Ποιός να τον πληροφορήσει, αφού οι γραμματισμένοι τα θεωρούνε αυτά τα πράγματα ανάξια για τη μοντέρνα σοφία τους, και τρέχουν σημαιοφόροι σε κάθε νεωτερισμό;
Από τότε που αρχίσανε οι λυκοφιλίες ανάμεσα στους δικούς μας και στους παπικούς (και σημείωσε πως οι δικοί μας φαγωθήκανε πρώτοι να πιάσουνε σχέση με τους Λατίνους σαν να πήρανε από κάπου διαταγή, κι ολοένα μιλάνε για «τον διάλογον» μαζί τους, δίχως να ξέρουνε καλά-καλά τι λένε), από τότε λοιπόν, ακούμε, κάθε τόσο, κάτι πράγματα θεατρικά, άνοστα, ανόητα, δίχως καμμιά σοβαρότητα, όπως είναι η λεγόμενη «Διάσκεψις της Ρόδου», τα νέα παρεκκλήσια του Βατικανού, κ.τ.λ. Στη Ρόδο πήγανε οι δικοί μας με σκοπό να πουλήσουν την Ορθοδοξία, γιατί γι αυτούς είναι καθυστερημένη μορφή του Χριστιανισμού, δηλαδή ένας βλάχικος χριστιανισμός, και ν αρχίσουν τον «διάλογον», που να τον πάρει η ευχή αυτόν τον «διάλογον». Και τι κάνανε; Τίποτα! Λόγια πολλά και χαμένα, που να ντρέπεται κι ο τελευταίος Έλληνας Ορθόδοξος.
Προχθές πάλι μάθαμε πως ο Πάπας εγκαινίασε ένα νέο παρεκκλήσιο στο Βατικανό και έβαλε για εικόνες (μη χειρότερα!) τις φωτογραφίες του Πάπα και του Αθηναγόρα, «ο οποίος ίσταται όπισθεν του Ποντίφηκος»! Φαντασθείτε παρεκκλήσιο με φωτογραφίες (τι ακαλαίσθητα πράγματα!). Ο Πάπας λοιπόν θα προσεύχεται μπροστά στις δικές του φωτογραφίες! Δηλαδή τρελάθηκαν οι άνθρωποι! Αυτά δεν τα κάνανε μήτε οι αραπάδες της Αφρικής. Συλλογίζομαι πόση σοβαρότητα έχουν οι Μουσουλμάνοι στη θρησκεία τους, και που καταντήσανε τη θρησκεία του Χριστού αυτοί οι αθεόφοβοι Ιταλιάνοι, που προσκυνάνε αγάλματα της Παναγιάς με κοκκινάδια, με σκουλαρίκια και με δαχτυλίδια. Κι εμείς οι Ορθόδοξοι, που φυλάξαμε το βαθύ μυστήριο της ευσέβειας, τώρα, στα καλά καθούμενα, πάμε να γίνουμε ένα μ αυτούς που γελοιοποιήσανε τον Χριστό όσο κανένας άθεος.
Αλλά, από που να πιάσει κανένας και που να τελειώσει; Όσοι ήτανε έως τώρα αδιάφοροι για τη θρησκεία και για την Εκκλησία, και που πολλοί απ αυτούς τις περιπαίζανε μάλιστα, όλοι αυτοί γινήκανε έξαφνα παπόφιλοι, και μασάνε σαν μαστίχι την ψεύτικη λέξη «αγάπη». Μεγαλύτερο ρεζιλίκι δεν έγινε. Εμείς οι άλλοι που είμαστε κολλημένοι από νεότητος στην Εκκλησία μας, είμαστε στενοκέφαλοι, μοχθηροί, γυμνοί από αγάπη κι από αληθινή ευσέβεια. Η μόδα είναι τώρα να φαίνεσαι άνθρωπος της εποχής μας, που ένοιωσε τα «αιτήματά» της. [Στο σημείο αυτό μπορεί να παρεμβάλλεται το παρακάτω κείμενο «Κατά Ενωτικών»].
Πίστη ασάλευτη στην Ορθοδοξία, που εμείς οι προκομμένοι την πήραμε κληρονομιά και την πουλάμε «αντί πινακίου φακής» και ασπασμού της παντόφλας του Πάπα! Μα σε τέτοιο σημείο εκφυλισθήκαμε; Αιτία είναι η έμφυτη ματαιοδοξία μας, που μας κάνει να θέλουμε να φαινόμαστε έξυπνοι, συγχρονισμένοι, προοδευτικοί, κι όχι καθυστερημένοι. Με τη συναίσθηση της κατωτερότητας που αποχτήσαμε, φοβόμαστε σαν τον διάβολο μήπως μας πούνε «παλιά μυαλά, παλιοημερολογίτες, καθυστερημένους». Και τρέχουμε να πάμε πρώτοι σε κάθε κίνηση που περνά για «μοντέρνα», θέλεις μίμηση της «αφηρημένης ζωγραφικής», θέλεις ακαταλαβίστικες «λογοτεχνίες» (καημένη λογοτεχνία, που κατάντησες!), θες φιλοπαπισμός, θες αμερικανισμός, στα πάντα, στα ντυσίματά μας (προ πάντων της νεολαίας), στον τρόπο που μιλάμε και σκεπτόμαστε, ακόμα και στις χειρονομίες. Δηλαδή, καταντήσαμε μαϊμούδες του ανθρωπίνου γένους «εν ονόματι της προόδου και της θαυμάσιας εποχής μας».
Φώτης Κόντογλου
Συλλογή: Μυστικά Άνθη
ΠΗΓΗ: http://1myblog.pblogs.gr/2013/20131201.html

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

Ερμηνεία της εικόνας της Μεταμόρφωσης του Κυρίου.

Ερμηνεία της εικόνας της Μεταμόρφωσης του Κυρίου.


 
 
              
Η εικόνα της Μεταμόρφωσης αποτελεί το κλειδί της ορθόδοξης θεολογίας για  τη θέα του Θεού. Το φανερωμένο στους αποστόλους φως ήταν η εκδήλωση της  θείας λαμπρότητας, άχρονης και άκτιστης δόξας, μια αναγνώριση των δύο  φύσεων του Χριστού, της θεϊκής και της ανθρώπινης. Ταυτόχρονα ήταν μια  «προτύπωσις», μια εικόνα της μεταμορφωμένης ανθρώπινης φύσης και θέωσης  που χαρίζει το απολυτρωτικό έργο του Χριστού. Η Μεταμόρφωση του Χριστού  στο όρος Θαβώρ είναι το αντίστοιχο της Καινής Διαθήκης στην Παλαιά, όπου ο Θεός αποκαλύπτεται στο Μωυσή στο όρος Χωρήβ.
Ήδη απ᾽ τους  πρώτους χριστιανικούς αιώνες έχουμε ενδείξεις ότι γιορταζόταν η  Μεταμόρφωση του Χριστού, ενώ από το τέλος του 6ου αιώνα θεσπίστηκε ο  εορτασμός στις 6 Αυγούστου. Από την ίδια εποχή προέρχονται και τα πρώτα  παραδείγματα της εικονογραφικής τέχνης.

«ΒΗΘΛΕΕΜ ΕΤΟΙΜΑΖΟΥ»

«ΒΗΘΛΕΕΜ ΕΤΟΙΜΑΖΟΥ»

π. Νικηφόρου Νάσσου
  
Τήν παραμονή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, τῆς Μητροπόλεως τῶν ἑορτῶν κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ἀκοῦμε στούς Ναούς νά ψάλλεται μεταξύ ἄλλων, ἕνας θαυμάσιος ὕμνος, ἕνα ἰδιόμελο τῶν Μεγάλων Ὡρῶν (Α΄ Ὥρας), τό ἑξῆς: «Βηθλεὲμ ἑτοιμάζου· εὐτρεπιζέσθω ἡ φάτνη· τὸ Σπήλαιον δεχέσθω, ἡ ἀλήθεια ἦλθεν· ἡ σκιὰ παρέδραμε· καὶ Θεὸς ἀνθρώποις, ἐκ Παρθένου πεφανέρωται, μορφωθείς τὸ καθ᾿ ἡμᾶς, καὶ θεώσας τὸ πρόσλημμα. Διὸ Ἀδὰμ ἀνανεοῦται σὺν τῇ Εὔᾳ, κράζοντες· Ἐπὶ γῆς εὐδοκία ἐπεφάνη, σῶσαι τὸ γένος ἡμῶν».

Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Η ψυχρότητα στην προσευχή Του Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου

Η ψυχρότητα στην προσευχή Του Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου
   Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Χειραγωγία στην πνευματική ζωή, Εκδ. ε΄, Ι. Μ. Παρακλήτου 2005 σ. 45-46, 49.

 Η ψυχρότητα στην προσευχή οφείλεται είτε σε ψυχική κόπωση είτε σε πνευματικό κορεσμό είτε σε σωματικές απολαύσεις και αναπαύσεις είτε σε πάθη, που κυριεύουν την ψυχή, προπαντός στην έπαρση. Όλα αυτά είναι ενάντια στην πνευματική ζωή, μέσα στην οποία κεντρική θέση κατέχει η προσευχή. Έτσι, πρώτα και κύρια προκαλούν το στέρεμα της πηγής της προσευχής μέσα μας. Αυτό, όμως, μπορεί να oφείλεται και σε απομάκρυνση της χάριτος, που συμβαίνει με θεία παραχώρηση. Και να γιατί: Όταν η ψυχή μας φλέγεται από τον πόθο του Θεού και από την καρδιά μας ξεχύνεται ολόθερμη προσευχή, δεν έχουμε παρά ελεητική επίσκεψη της χάριτος. Εμείς όμως, όταν η ευλογημένη αυτή κατάσταση παρατείνεται για πολύ, νομίζουμε ότι κατορθώσαμε κάτι σπουδαίο με το δικό μας αγώνα και κυριευόμαστε από την κενοδοξία. Για λόγους παιδαγωγικούς, λοιπόν, απομακρύνεται η χάρη και μένει η ψυχή μας μόνη της, γυμνή και αδύναμη, ανίκανη να ζήσει πνευματικά, ψυχρή και απρόθυμη να προσευχηθεί…

Τί θα κάνουμε, λοιπόν, για να ξεφύγουμε απ’ αυτή την κατάσταση; Πρώτα-πρώτα θα φροντίσουμε να εξουδετερώσουμε τις αιτίες της. Και ύστερα, παρ’ όλη την ψυχρότητα της ψυχής μας, θα κάνουμε με επιμονή και υπομονή τον καθημερινό προσευχητικό κανόνα μας, προσπαθώντας αφ’ ενός να συγκεντρώνουμε το νου μας στα λόγια των ευχών και αφετέρου να ξεσηκώνουμε μέσα στην καρδιά μας αισθήματα φιλόθεα. Με τον καιρό ο Θεός, βλέποντας την ταπείνωση και την καρτερία μας, θα μας ξαναστείλει τη χάρη Του, που θα διώξει το πνεύμα της ψυχρότητος, όπως ο άνεμος διώχνει την ομίχλη.



Πώς θ’ αποκτήσουμε θερμότητα στην Προσευxή

Με αγώνα και υπομονή, μ’ αυτά τα δυο θα ζωντανέψει μέσα μας η φλογερή προσευχή. Απαιτούνται χρόνος και κόπος πολύς. Όμως, ας μη λιποψυχήσουμε, ας μην αποκάνουμε, ας μη βαρεθούμε. Η
προσπάθειά μας, αν είναι συστηματική και επίμονη, θα στεφανωθεί οπωσδήποτε, αργά ή γρήγορα, με επιτυχία. Θα στεφανωθεί όχι χάρη σ’ εμάς, αλλά χάρη στο άπειρο έλεος του Θεού. Είναι καλό να συνηθίσει η γλώσσα σας την ευχή του Ιησού, το “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”, ή οποιαδήποτε άλλη σύντομη προσευχή με το νου συγκεντρωμένο στην καρδιά. Αγωνιστείτε να προξενήσετε στην καρδιά σας, ας το πω έτσι, μια μικρή πληγή. Ο συστηματικός κόπος σας σύντομα θα δημιουργήσει την πληγή αυτή. Και τότε ο Κύριος θα σας επιβραβεύσει με τη δική Του χαρισματική προσευχή.



Η βιασύνη στην προσευχή

Σας ελέγχει η συνείδηση, επειδή κάνετε πολύ βιαστικά την προσευχή σας. Και είναι εύλογο. Γιατί υπακούτε στον εχθρό; Εκείνος είναι που σας παρακινεί: “Γρήγορα… πιο γρήγορα…”. Η βιαστική προσευχή δεν έχει πνευματικό καρπό. Βάλτε, λοιπόν, κανόνα στον εαυτό σας να μη βιάζεστε. Να προσεύχεστε έτσι, ώστε ούτε μια λέξη να μην προφέρουν τα χείλη σας, που να μην την κατανοεί ο νους σας και να μην τη βιώνει η καρδιά σας. Πρέπει να ριχθείτε σ’ αυτόν τον αγώνα με αποφασιστικότητα στρατιωτική. Και όταν ο εχθρός σας ψιθυρίζει, “Κάνε τούτο ή εκείνο”, εσείς να του αποκρίνεστε: “Ξέρω τί θα κάνω. Δεν σε χρειάζομαι. Φύγε από δω!“. Την ψυχή την τρέφει μόνο η προσευχή. Η δική σας προσευχή, όμως, είναι επιφανειακή, όχι ουσιαστική. Γι ‘ αυτό η ψυχή σας μένει ανικανοποίητη, πεινασμένη …

αναδημοσίευση από: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&new_topic=17


oodegr.com

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

«Καλὸ εἶναι νὰ ὑπάρχεις, ἀλλὰ νὰ ζεῖς εἶναι ἄλλο πρᾶγμα»

«Καλὸ εἶναι νὰ ὑπάρχεις, ἀλλὰ νὰ ζεῖς εἶναι ἄλλο πρᾶγμα»
ΠΗΓΗ:  Τρελο-γιάννης

Φώτη Κόντογλου
Οι άνθρωποι καταντήσανε σαν άδεια κανάτια, και προσπαθούν να γεμίσουν τον εαυτό τους, ρίχνοντας μέσα ένα σωρό σκουπίδια, εκθέσεις με τερατουργήματα, μπάλλες, ομιλίες και αερολογίες, καλλιστεία, που μετριέται η εμορφιά με τη μεζούρα, ηλίθιους καρνάβαλους, συλλόγους λογής-λογής με γεύματα και με σοβαρές συζητήσεις για τον ίσκιο του γαϊδάρου, συνδέσμους αφιερωμένους στους αποθεωμένους άνδρας της Ευρώπης κι ένα σωρό αλλά τέτοια.
Αυτή, με μια ματιά, είναι η εικόνα της ανθρωπότητας σήμερα, που να μην αβασκαθή!
Που να βρει κανένας καταφύγιο; …
-Δόξα στον Θεό, που υπάρχει ακόμα κάποιο καταφύγιο για μας που δεν είμαστε σε θέση να νοιώσουμε «το μεγαλείο της εποχής μας».
Δόξα στον Θεό που υπάρχουν ακόμα κάποιοι τόποι που δεν τους εξήρανε αυτή η φυλλοξήρα που λέγεται σύγχρονος πολιτισμός.
«Καλό είναι να υπάρχεις, αλλά να ζεις είναι άλλο πράγμα»


Περί Μετανοίας

Θυμήσου τὸν Θεὸ ὅτι εἶναι παρὼν καὶ σὲ προσέχει, καὶ ὅ,τι ἔχεις στὴν καρδιά σου, εἶναι φανερὸ μπροστά Του. Πὲς λοιπὸν στὴν ψυχήν σου. Ἂν φοβᾶσαι ὅμοιούς σου ἀνθρώπους ἁμαρτωλοὺς νὰ μὴ δοῦν τὶς ἁμαρτίες σου, πόσον μᾶλλον τὸν Θεὸ ποὺ τὰ βλέπει ὅλα; Καὶ ἀπὸ αὐτὸ φανερώνεται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ στὴν ψυχήν σου.
Καὶ ἂν μείνεις μαζί του μένεις ἀκίνητος ὡς πρὸς τὰ πάθη, ὅπως εἶναι γραμμένο «ὅσοι στηρίζονται στὸν Κύριον εἶναι σὰν τὸ Ὄρος Σιών, δὲν θὰ σαλευθεῖ στὸν αἰῶνα ὅποιος κατοικεῖ στὴν Ἱερουσαλήμ.» Καὶ σὲ κάθε πρᾶγμα ποὺ κάνεις, νὰ πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς βλέπει κάθε σκέψη σου, καὶ δὲν θὰ ἁμαρτήσεις ποτέ. Σ᾿ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.

Θέλεις νά γίνεις ἀνάδοχος; Ὅσα πρέπει νά γνωρίζεις.

Θέλεις νά γίνεις ἀνάδοχος; Ὅσα πρέπει νά γνωρίζεις.
Το πρόσωπο του Αναδόχου είναι ιερό, συνάπτει δεσμούς πνευματικής συγγένειας με τον Αναδεκτό και την οικογένειά του. Και λόγω της φύσεώς του λειτουργήματός του επιβάλλεται να τυγχάνει εμπιστοσύνης και εγκρίσεως της Εκκλησίας. Ο Ανάδοχος πρέπει να ξαναβρεί το ρόλο του, δηλαδή να γίνει για τον Αναδεκτό «εγγυητής εις Χριστόν, ώστε τηρείν τα της πίστεως και Χριστιανικώς ζήν». Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει: «Ότι αν οι Ανάδοχοι ήξεραν το τι λένε, τι υπόσχονται κατά τις κατηχήσεις και το βάπτισμα και τι μεγάλη ευθύνη αναλαμβάνουν, δεν θα ήθελαν να βαπτίσουν, ούτε και αν με θερμά παρακάλια τους παρότρυναν». 

 Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης αναφέρει σχετικά με τον Ανάδοχο: «Αναδόχους ποιείσθαι φιλευσεβείς και διδασκάλους σχεδόν της πίστεως». Ο σύγχρονος άγιος κοιμηθείς Γέροντας της Ρουμανίας π. Κλεόπας Ήλιε έλεγε για τους Αναδόχους: «Αντιλαμβάνονται όσοι γίνονται Ανάδοχοι, ότι θα δώσουν λόγο ενώπιον του θεού για τα πνευματικά των παιδιά; Μπορούμε να πούμε ότι πολλοί Ανάδοχοι σώζονται από τα πνευματικά τους παιδιά, εάν τα αναθρέψουν με φόβο θεού. Αλλά οι περισσότεροι τιμωρούνται για την οκνηρία και αδιαφορία των προς τα
πνευματικά τους παιδιά».
1. Ο Ανάδοχος είναι ο πνευματικός πατέρας ή η πνευματική μητέρα.
2. Ο Ανάδοχος προκειμένου να αναλάβει τη βαριά διακονία του οφείλει να είναι Ορθόδοξος Χριστιανός, όχι μόνο στα χαρτιά του, αλλά και σε όλη τη βιωτή του.
3. Ο Ανάδοχος οφείλει να κάνει Μυστηριακή ζωή, να μετέχει απαραιτήτως των μυστηρίων της εξομολογήσεως και της τακτικής θείας Κοινωνίας.
4. Ο Ανάδοχος οφείλει να μελετά το Λόγο του Θεού, όπως αυτός είναι αποτυπωμένος μέσα στην Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή Διαθήκη.
5. Ο Ανάδοχος οφείλει απαραιτήτως να εκκλησιάζεται τακτικά, να έχει γνήσια λειτουργική ζωή και όχι μόνον κατά τις μεγάλες εορτές της Χριστιανοσύνης, Πάσχα και Χριστούγεννα, και μάλιστα μόνο για άναμμα κεριού ή στο προαύλιο του ναού.
6. Ο Ανάδοχος οφείλει να γνωρίζει εκτός της Αγίας Γραφής και τους βίους των Αγίων, Πατερικά συγγράμματα, τα λεγόμενα θρησκευτικά βιβλία. Να γνωρίζει καλά την Ορθόδοξη πίστη.
7. Ο Ανάδοχος οφείλει να τηρεί κατά γράμμα τις Παραδόσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, όπως νηστείες και προσευχές. Δεν μπορεί για παράδειγμα να πηγαίνει ο Ανάδοχος τον Αναδεκτό του στο ναό για να τον μεταλάβει κι ο ίδιος ποτέ του να μη δίδει πρώτος το παράδειγμα της μετοχής στα Άχραντα Μυστήρια.
8. Ο Ανάδοχος οφείλει εκτός των υλικών δώρων, τα οποία για την Εκκλησία θεωρούνται υποδεέστερα, όποιας μάρκας κι αν αυτά είναι, να προσφέρει πνευματικά δώρα, όπως είναι πνευματικά βιβλία κ.α
9. Ο Ανάδοχος οφείλει να μαθαίνει στον Αναδεκτό του την προσευχή, τον τακτικό Εκκλησιασμό, τις επισκέψεις σε μέρη πνευματικά, ως είναι οι Εκκλησίες μας, τα Μοναστήρια μας, τα κατηχητικά σχολεία, οι πνευματικές κατασκηνώσεις, συνάξεις κ.α
10. Ο Ανάδοχος οφείλει να συμβάλει για την Ορθόδοξη πνευματική πορεία του Αναδεκτού του. Δεν νοείται ο Ανάδοχος να βλέπει μόνο τον Αναδεκτό του μία ή δύο φορές το χρόνο. Η τακτική επικοινωνία μεταξύ τους θεμελιώνει γερές πνευματικές βάσεις και μάλιστα σε εποχές δύσκολες πού όλα γύρω μας είναι διαβρωμένα και σάπια. Ο Ανάδοχος μπορεί να ορθώσει λόγο δυνατό και πολλές φορές καθοριστικό σε λάθος επιλογές του Αναδεκτού του και να αποτρέψει κάτι που ούτε η ίδια η οικογένεια μπορεί να πετύχει. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει οι σχέσεις μεταξύ των γονέων, Αναδόχου και Αναδεκτού να είναι σταθερές και ακύμαντες από μικρότητες που δημιουργεί ο κοσμικός βίος. Ως εκ τούτου ο Ανάδοχος είναι πρόσωπο του σπιτιού, έχει λόγο, δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο, ούτε
εκλαμβάνεται ως δωροθέτης και «Santa Claus».

11. Ο Ανάδοχος ενδιαφέρεται για τις πνευματικές επιδόσεις του Αναδεκτού του όποιες και αν είναι αυτές, χαίρεται όταν υπάρχει χαρά και κλαίει μαζί του όταν υπάρχει αποτυχία, δυστυχία και θλίψη. Αυτό σημαίνει ότι μεταξύ Αναδόχου και Αναδεκτού υπάρχει ένας πνευματικός δεσμός μεγάλος που δεν μπορεί να διαρραγεί με τίποτα. Δηλαδή κι αν ακόμη ο Αναδεκτός έχει παιδί ίδιας ηλικίας με το βαπτιστήρι του πρέπει, όπως αγωνίζεται για το ίδιο το σαρκικό του παιδί, εξίσου να πασχίζει και για το πνευματικό του παιδί. Οι ίντριγκες και τα φαβορί που κατά καιρούς συμβαίνουν στην παραπάνω περίπτωση δεν ανήκουν σε αληθινές πνευματικές σχέσεις που δημιουργεί η Αναδοχή, αλλά σε επιφανειακές σχέσεις που έχουν μεταξύ Αναδόχου και Αναδεκτού ημερομηνία λήξεως.
12. Ο Ανάδοχος δεν τελειώνει το έργο του στο ναό ανήμερα στης Βαπτίσεως. Ούτε όλη η γιορτή, ή το πανηγύρι όπως κάποιοι το ονομάζουν, τελειώνει με ένα τραπέζι που οφείλουν να κάνουν οι γονείς του νεοβαπτιζόμενου σ’αυτόν. Αλλά ίσα ίσα από την ημέρα της βαπτίσεως ο Ανάδοχος επωμίζεται μεγάλη πνευματική ευθύνη. Μπορεί σήμερα η επιδερμική προσέγγιση του μυστηρίου να μην οδηγεί στο ποθούμενον της Ορθοδόξου καθιερώσεως του σκοπού του θεσμού του Αναδόχου αλλά αυτό δεν αίρει την αληθινή αιτία υπάρξεως του, ασχέτως με τον τρόπο που σήμερα αυτός ο θεσμός προσεγγίζεται. Η κατάσταση αυτή δεν ζημιώνει αυτή την ίδια την ύπαρξη της Θεοΐδρυτης Εκκλησίας, αλλά αδικεί όλους εμάς που δεν συμμορφωνόμεθα στις Εντολές του Θεού, της Αγίας μας Εκκλησίας και των Ιερών Παραδόσεων μας. Ως εκ τούτου ο Ανάδοχος οφείλει και πρέπει να βρει και πάλι τον αρχικό του σκοπό υπάρξεως, που δεν είναι άλλος, του πνευματικού πατέρα και εν Χριστώ αδελφού.
13. Στην αρχαία Εκκλησία των πρώτων αιώνων υπάρξεώς Της ο Ανάδοχος ως θεσμός δεν υπήρχε στη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα γιατί τα Βαπτίσματα των Χριστιανών γίνονταν σε προχωρημένη ηλικία. Αυτό σήμαινε ότι ο βαπτιζόμενος όχι μόνον είχε επίγνωση του τι έκανε, αλλά προκειμένου να ασπαζόταν τον Χριστιανισμό έπρεπε να περάσει από δοκιμασία εξετάσεων, σχετικά με την πιστοποίηση της Ορθοδοξίας και Ορθοπραξίας του. Γεγονός που διασφάλιζε την υγειά παρουσία του μέσα στην Εκκλησία. Από τότε που στην Εκκλησία μας καθιερώθηκε ο νηπιοβαπτισμός ως απαραίτητος θεσμός την ευθύνη για την πνευματική άνδρωση των νηπίων, μαζί με τους γονείς αναλαμβάνουν και οι Ανάδοχοι. Η παρουσία των Αναδόχων είναι λοιπόν εκ προοιμίου μια ασφαλιστική δικλείδα για την Εκκλησία, ότι το νήπιο θα αναπτυχθεί εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου, μέσα στο Ορθόδοξο περιβάλλον της Χριστιανικής κατά πάντα οικογένειας, μέσα στον Ορθόδοξο ναό με τον τακτικό Εκκλησιασμό και τη αδιάλειπτη άσκηση της Μετοχής των Αχράντων Μυστηρίων και της προσευχής. Αυτήν την εγγύηση της ορθοδοξότητας των βαπτισμένων πιστών μελών Της η Εκκλησία την φιλτράρει δια μέσου των Ορθοδόξων Αναδόχων, πιστών κατά πάντα τέκνων της. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι για να γίνει κάποιος Ανάδοχος οφείλει να έχει τη σφραγίδα της Ορθοδοξότητάς του. Αυτό η Εκκλησία το διασφαλίζει ανά τους αιώνες με το μυστήριο της Εξομολογήσεως. Άρα Ανάδοχος μπορεί να γίνει μόνον εκείνος που μετανοεί και κατά συνέπεια εκείνος που κάνει πνευματική ζωή. Δηλαδή Ανάδοχος γίνεται ο κάθε αμαρτωλός, ενσυνείδητα όμως μετανοημένος, δια του μυστηρίου της Εξομολογήσεως.
14. O Aνάδοχος οφείλει να σέβεται την Εκκλησία και το ιερατείο. Δεν μπορεί να αναλαμβάνει κάποιος να βαπτίσει και να αποστρέφεται την Εκκλησία και τους υπουργούς των Ιερών Μυστηρίων Της, δηλαδή τους ιερείς. Οφείλει ο κάθε Ανάδοχος να αποδέχεται τις πνευματικές συστάσεις και νουθεσίες των ιερέων χωρίς εγωισμούς και απαξιώσεις. Τελευταίως, εξαιτίας του ότι πολλοί εκ των πιστών μας έχουν απομακρυνθεί από την Εκκλησία απόμεινε στους ιερείς να κρατούν, ως μόνοι θεματοφύλακες, τις Ιερές Παραδόσεις της Ορθοδοξίας. Αυτό έχει ως συνέπεια να δέχονται εκ μέρους των «πιστών» πολλές φορές απειλές για δημοσιεύσεις σε ΜΜΕ και εξευτελισμούς προκειμένου να επιτύχουν αυτοί το όποιο απάδον προς τα θεσμά της Εκκλησίας θέλημά τους. Για παράδειγμα τελευταίως πολλά ευτράπελα
συμβαίνουν στους ναούς εκ μέρους των Αναδόχων, αλλά και των γονέων των νηπίων που προσέρχονται στους Ορθόδοξους Ναούς μας. Π.χ εμφανίζονται Ανάδοχοι που πλήρωσαν για πολύχρωμα μπαλόνια να επιθυμούν το στολισμό τους μέσα στους Ιερούς Ναούς. Κάποιοι άλλοι σκέπτονται να παρουσιάσουν προγράμματα ζογκλέρ και κλόουν μέσα στο ναό, προκειμένου να διασκεδάσουν τους παρευρισκομένους, κάποιοι άλλοι επιμένουν στο στολισμό της κολυμβήθρας, ως μη όφειλε περιττά έξοδα, με κάθε είδους στολίσματα. Και μπορεί εν πρώτοις να αποδέχεται η Εκκλησία τα στολίσματα με αληθινά άνθη, καθότι στολίζει και η ίδια τα εικονίσματα των Αγίων της μ’ αυτά, όμως απάδει στο στολισμό της κολυμβήθρας να κρέμονται κλόουν, παιχνιδάκια, αυτοκινητάκια, αρκουδάκια, ψαράκια κι αυτά ακόμη τα άνθη και οτιδήποτε ακαθόριστο και βέβηλο για το ίδιο το Μυστήριο. Πόσο μάλλον όταν ειδωλολατρικές μορφές και σχήματα προβάλλονται μέσα στον Ορθόδοξο χώρο της.

15. Εκτός τούτων των ανωτέρω πρέπει να σημειώσουμε ότι οι Ανάδοχοι οφείλουν να εμβαθύνουν και στους διάφορους ακόμη συμβολισμούς των τελουμένων στο μυστήριο του Βαπτίσματος, αλλά και των ειδών που χρησιμοποιούνται στο μυστήριο. Είδη όπως έλαιο, πρέπει πάντοτε να είναι ελαιόλαδο, λαμπάδες από γνήσιο κερί μελίσσης, λαμπάδα βαπτίσεως και όχι στάτ κεριού με στολίσματα εξεζητημένα και προσβλητικά καθότι κατά την ψαλμωδία του «όσοι εις Χριστόν» θα πρέπει ο Ανάδοχος μετά λαμπάδος και νεοβαπτιζομένου να κάνουν γύρους πέριξ της κολυμβήθρας. Αλλά και τα ρούχα, τα λεγόμενα «εμφώτια» του νεοβαπτιζομένου πρέπει να είναι λευκά, γιατί συμβολίζουν την αγνότητα και καθαρότητα. Ως εκ τούτου χρωματιστά ρούχα, χρωμάτων μπλε για τα αγοράκια και ροζ ή κόκκινα για τα κοριτσάκια απάδουν στον ανωτέρω συμβολισμό και δεν γίνονται αποδεκτά από την Εκκλησία.
16. Το πόσο σπουδαία θεωρεί την πνευματική σχέση μεταξύ αναδόχου και αναδεκτού η Ορθόδοξη Εκκλησία φαίνεται και εκ του γεγονότος ότι θεωρεί αυτή τη σχέση πλέον ως συγγένεια και για τον λόγο αυτό κωλύει (=απαγορεύει) την τέλεση θρησκευτικού γάμου μεταξύ τους. Φυσικά το κώλυμα αυτό ίσχυε στην Ορθόδοξη Ελλάδα μας μέχρι τότε που ήταν σε ισχύ Νόμου μόνον ο θρησκευτικός γάμος. Από τότε όμως που εισήχθη και ισχύει στην Ελλάδα ο πολιτικός γάμος (1982) το κώλυμα αυτό δεν ισχύει πλέον για την πολιτεία. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία ισχύει ως κώλυμα και είναι μεγάλη αμαρτία.
17. Ένα παράδοξο φαινόμενο που παρατηρείται τελευταίως στην Εκκλησία μας είναι η παρουσία πολλών Αναδόχων. Αυτό δεν συνηθίζεται κατά την Ορθόδοξη Παράδοσή μας. Η ικανοποίηση πιθανόν πολλών φίλων μας και η ωφεμιλιστική εμπορευματοποίηση του Μυστηρίου εκ μέρους των γονέων, τους οδηγεί να επιλέγουν πολλούς Αναδόχους, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι κ.ο.κ.  Όμως αυτό αντιβαίνει καθ’ ολοκληρίαν στο γεγονός ότι εκ της κολυμβήθρας ένας κανονικά αναδέχεται στην αγκαλιά του τον Αναδεκτό του. Δεν είναι δυνατόν σε τρεις αγκαλιές να αναδεχθεί το νήπιο, πολύ μάλιστα περισσότερο όταν οι Ανάδοχοι είναι περισσότεροι. Ας είμαστε πιο συγκρατημένοι σε τέτοιου είδους αποφάσεις εμείς οι μεγαλύτεροι γονείς. Το παιδί πρέπει να έχει έναν Ανάδοχο, να τον γνωρίζει και να συναναστρέφεται μαζί του. Καθίσταται δύσκολο οι πολλοί Ανάδοχοι να βλέπουν είτε από κοινού τον Αναδεκτό τους είτε χωριστά. Μάλιστα σήμερα που τα προγράμματα των ανθρώπων είναι τόσο δύσκολα και ο χρόνος επαφής καθίσταται πολυτέλεια,αντιλαμβανόμεθα τι θα γίνεται όταν οι τρεις, τέσσερις ή και παραπάνω Ανάδοχοι αποφασίζουν σε διαφορετικές ημέρες και ώρες να συναντούν τον Αναδεκτό τους! Ορισμένα πράγματα πρέπει να τα βλέπουμε όχι βραχυπρόθεσμα αλλά μακροπρόθεσμα. Όπως η σαρκική πατρότητα χρεώνεται στον πατέρα του παιδιού, έτσι και η πνευματική πατρότητα ασκείται από έναν Ανάδοχο, και όχι από πολλά πρόσωπα. Εάν ακόμα είναι μόδα οι πολλοί Ανάδοχοι, να ξέρουμε ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπάρχει μόδα, αλλά πίστη. Ως εκ τούτου είναι διαφορετικά το να ζει κάποιος εκκλησιαστικά, από κάποιον άλλο που ζει μόνον κοσμικά. Αυτό άλλωστε είναι και το μεγάλο πρόβλημα της Εκκλησίας μας, ότι ενώ η ίδια δεν μπορεί να συμβουλεύει για τη μόδα, το τι θα φορεθεί μια σαιζόν ή να προτείνει δια μέσου των ΜΜΕ. για τρόπους ζωής ή ηθικής τον κόσμο, ο κόσμος που ζει μακριά από αυτήν (ενν. την Εκκλησία) να προσπαθεί να εισάγει καινοφανή ήθη και έθιμα, απάδοντα προς την ίδια την Εκκλησία και μάλιστα απαιτητικά και απειλητικά! Αυτό όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί με τίποτε άλλο, εκτός από εκκοσμίκευση και αλλοίωση των Ορθοδόξων Παραδόσεων μας που θεματοφύλακες τυγχάνουν οι επίσκοποι και το ιερατείο. Ως εκ τούτου κάθε φορά που προσπαθούν να εισάγονται νέα έθιμα και πρωτοτυπίες επιδειξιομανίας στα της Εκκλησίας μας, εκείνο που πρέπει να γίνεται, όχι μόνον εκ μέρους των κληρικών, αλλά και εκ μέρους των πιστών, που αγαπούν και σέβονται την Εκκλησία, είναι η απόρριψη και η συμμόρφωση στα της Ιεράς Παραδόσεώς μας, κατά το του αποστόλου Παύλου «στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις». Για παράδειγμα η νεοφανής συνήθεια να στολίζονται με μπαλόνια οι Ναοί εξωτερικά κατά τα Βαπτίσματα, αντί να ιεροποιεί τον χώρο που
προσερχόμαστε να αγιασθούμε, τον αποιεροποιεί, οπότε εύκολα χάνεται και ο προσανατολισμός για τον οποίο και προσερχόμαστε, δηλαδή ο αγιασμός μας.

18.Με τα όσα προαναφέραμε καλό θα είναι όσοι σκέπτονται να γίνουν Ανάδοχοι να κάνουν πρώτα οι ίδιοι πνευματική υπακοή σε πνευματικό-εξομολόγο, να δείχνουν επίγνωση της εκκλησιαστικής ζωής τους και να μορφώνονται ζώντας χριστιανικά τον εν Τριάδι Θεό, ούτως ώστε να φέρουν σε αίσιον πέρας το δύσκολο έργο τους που είναι η πνευματική πατρότητα. Στην προοπτική αυτή, καλόν θα είναι και οι κληρικοί να έχουν μια καλή επαφή ή καλύτερα να οργανώνουν κάποιες συναντήσεις με τους Αναδόχους πριν τη βάπτιση. Στις επαφές αυτές ο ιερεύς μπορεί να καθοδηγεί σωστά τον μέλλοντα Ανάδοχο. Κατά ενορίες μπορεί να συστήνονται και «Σχολές Αναδόχων» για την προετοιμασία καλών και Χριστιανών Αναδόχων.

(Απόσπασμα από το βιβλίο «Θέλεις να γίνεις ανάδοχος;»
του Πρ. Θεμιστοκλέους Στ.Χριστοδούλου)

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Θα ‘θελα να ξέρεις ότι:

Θα ‘θελα να ξέρεις ότι:




Ήταν η αγάπη για σένα που Με έφερε στη Γη πριν 2.000 χρόνια.
Ήταν η αγάπη που Με ώθησε να περπατήσω μέσα στον κόσμο και να γίνω ένας από σας, να ζήσω και να πεθάνω για σας.
Η αγάπη ήταν, και συνεχίζει να είναι , ο κύριος τρόπος έκφρασής Μου.
Οτιδήποτε έχω κάνει, το έχω κάνει από αγάπη για σένα προσωπικά και από αγάπη για την ανθρωπότητα σαν σύνολο.
... Για Μένα έχεις μεγάλη σημασία!
Τα ακριβά εδέσματα, τα άφθονα δώρα, τα περισσότερα από αυτά θα σβήσουν μέσα στη λήθη, χαμένα ανάμεσα στις αναμνήσεις , όμως η αγάπη που έχεις μοιραστεί και έχεις δώσει θα συνεχίσει να ζει για πάντα…
 Σ’ αγαπώ, Ιησούς...
 <iframe width="420" height="315" src="http://www.youtube.com/embed/B38J81AQuSQ" frameborder="0" allowfullscreen></iframe>
xristianikanea.